Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2013

Λεπτή γραμμή

Το ξυπνητήρι χτύπησε.
Ανακάθισα ανάμεσα
στα παπλώματα.
Έτριψα τα μάτια μου.

Σηκώθηκα σκουντουφλώντας.
Άρπαξα ένα cd απ' το τραπέζι,
το έβαλα να παίζει.

Στο πάγκο της κουζίνας
3 φρυγανιές με βιτάμ
και μαρμελάδα φράουλα.

Άναψα το φως στο μπάνιο.
Το νερό της βρύσης κρύο.
Αναρίγησα.
Και εκεί που πήγα να φύγω
την είδα φευγαλέα στον καθρέφτη.

Μια λεπτή γραμμή
δίπλα στα χείλη μου.
Μια ρυτίδα πολλών χαμόγελων.

"Μπα; Τόσο χαρούμενη ήμουν τελευταία;
 Και δεν το πήρα χαμπάρι..."

Γέλασα
και άναψα τον θερμοσίφωνα. 

Ukume

Η αποβάθρα στράβωσε.
Σκοτεινά τα νερά του ποταμού.
Έχω μια ανάμνηση πως κάποτε εδώ
το ξύλο ήταν καφέ.

Τώρα είναι γρι.
Οι σανίδες σκεπασμένες σχεδόν 
με φύλλα λεύκας.

Ηλεκτρισμένα τα σύννεφα.
Σκούρα μπλε,
κίτρινα, γκρι.
Άστραψε.

Για 5 λεπτά. Αυτό ήταν.
Σαν επίδειξη δύναμης. 

Πρόσεξα γύρω μου,
τις όχθες, τα νούφαρα, 
τις ρίζες των δέντρων, 
τα ψάρια στους ήρεμους όρμους.
Βύθισα τα πόδια μου στο κρύο νερό.

Το ρεύμα άδραξε τις γάμπες μου,
ταρακουνώντας με ολόψυχα.
Αποδεικνύοντας έτσι την εξουσία του.
Δεσπόζοντας πάνω μας.
Έτσι συγκλονισμένη 
χαράχτηκε στη μνήμη μου.

Ο ήχος των πρώτων σταγόνων της βροχής
πάνω στην επιφάνεια του ποταμού.


Το μελάνι

Η κουζίνα μύριζε
κάρυ και μήλο.
Στο βάθος αντηχούσε
" God bless you please, Mrs Robinson.."

Ζωγράφιζα στο πάτωμα.
Το χαρτί μουτζουρωμένο.
Το στυλό έσπασε.

Σταγόνες μελάνι βάψανε
το χαρτί, το πάτωμα, τα χέρια μου.
Και όλα μαύρισαν τόσο
ξαφνικά.

Αντιλήφθηκα
τη μυρωδιά του οινοπνεύματος.
Συννεφιασμένο το ύφος της μητέρας μου
όσο έτριβε τα δάχτυλά μου.

Το άπλωσα το χέρι μου,
την άγγιξα.
Την κοίταξα και
χαμογέλασα διστακτικά.

"Μαμά, όσο και να τρίβεις,
δεν νομίζω πως θα φύγει ποτέ."

Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2013

Καθώς σε περιμένω

Ο ήχος της τηλεόρασης
μονότονος.
Το βλέμμα μου
στραμμένο στην εξώπορτα.

Μετρώντας τα λεπτά
μέχρι να φανείς.
Τίποτα δεν άλλαξε τελικά.

Ο καναπές σκληρός.
Μικρός.
Το δωμάτιο κρύο.
Καταβεβλημένη, βάρυναν
τα βλέφαρά μου.
Ανήμπορη να αντισταθώ
στην αναισθησία του ύπνου...

Η τηλεόραση σιώπησε.
Οικείο το άγγιγμα της αγκαλιάς σου.
Το άρωμά σου,
ανάμνηση καλοκαιρινής δροσερής αύρας.
Το ταλάντεμα στα χέρια σου.

Έσφιξα τα ρούχα σου.

Μουρμούρισες:
"Ήρθα ομορφιά μου.
 Σε κρατάω, μη φοβάσαι..."

Δεν άνοιξα τα μάτια μου.
Αλλά νομίζω.
σου χαμογέλασα.

Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 2013

Το τετράδιο κάτω απ' το κρεβάτι

Η σκόνη στο δωμάτιο
σαν χρυσόσκονη
στο φως του ηλίου.
Έτσι νωχελικά που η αναπνοή μου
την περιέπαιξε.

Ξαπλωμένη στο παλιό
ξύλινο πάτωμα.
Ακόμα μύριζε έλατο.
Φορούσα το άσπρο φόρεμα
με τα μπλε λουλούδια.

Τα ακροδάχτυλά μου
μέσα απ΄το παράθυρο
χαϊδέψανε  ανεπαίσθητα
την απόμακρη στρογγυλάδα του ηλίου.

Τα μάτια μου πέσανε
στο τετράδιο με τα ποιήματα.
Στη σκιά.
Σχεδόν κάτω απ' το κρεβάτι,
δίπλα είχε ένα στυλό.

Αναπήδησα.
Τσάντα, κλειδιά, παπούτσια.
Η εξώπορτα έκλεισε με ένα μεγάλο κρότο.

Το τετράδιο και το στυλό
μείναν στη σκιά.
Σχεδόν κάτω απ' το κρεβάτι.

Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2013

Το παιχνίδι

11 το βράδυ. Μόλις δρόσισε.
Μυρίζει το χώμα
φωνάζοντας "καύσωνας"

Τα χόρτα ξερά απ' τη ζέστη.
Τα χαλίκια τρίζουν κάτω
απ' τα βήματά μας.

Περπατάμε αλλόκοτα.
Μια παράλληλα. Μια εσύ μπροστά,
μετά εγώ. Δεν μιλάμε.

Τρέχεις, σταματάς με κοιτάς.
Λες και παίζουμε παιχνίδι.
Σταθερά περπατώ, σε φτάνω.

Τρέχεις, σταματάς.
Σε φτάνω.

Υπομονετικά, ξανά και ξανά.
Κόβω στάχυα απ΄την άκρη του δρόμου.
Σε ακολουθώ.

Τρέχεις, κρύβεσαι
πίσω απ΄τη στροφή.

Σε βλέπω. Σταματώ.

Εσύ 10 βήματα μπροστά.
Λες και ακόμα παίζουμε παιχνίδια.
Αναστενάζω.

 Χαμογελάς.Στο χέρι σου
ένα κλαράκι γιασεμί.
Το έβαλες πίσω απ' το αυτί μου.

"Δεν άξιζε η υπομονή;"
και με έπιασες απ' το χέρι.




17 μέρες

Λαμπυρίζουν γκρίζα
τα βότσαλα στις απόκρυφες όχθες σου
Απόκοσμο το νερό στους
κρυστάλλινους όρμους σου

Βύθισα τα χέρια μου
στα βάθη σου. Με τη σειρά
τα δάχτυλα,
οι καρποί, οι αγκώνες.

Στα άπειρα εγχειρήματα μου
να σε αγγίξω
να σε κρατήσω.

Και όλες οι προσπάθειες μου άκαρπες.

Έτσι απέμεινα, με γόνατα γυμνά
στα γκρίζα βότσαλα.
Γλιστρώντας οι σταγόνες
απ΄τα μαλλιά μου,
το στήθος, τους αγκώνες,
τους καρπούς, τα δάχτυλα.

Σαν τα αναφιλητά μου
"Ο χρόνος περνά, περνά..."