Κυριακή 26 Δεκεμβρίου 2010

Το πέρασμα

Ο Κάποιος κάποτε
απήγγειλε ένα λόγο
άκεφα χαμογελά. Δηλώνει:
‘‘Ετούτη η μέρα μισανθρωπίας. Δεν περιγράφω
ηλιόλουστες μέρες.
Λησμόνα την ελπίδα
επέτρεψε στο έρεβος να εισβάλει. Σε αυτό το βυθό
που με καλεί
Έλα να με συντροφεύσεις.

Αισθάνεσαι? Το βάρος ω8εί χαμηλά
το μένος χάθηκε. Νιώσε
Το κενό. Ύστερα από αυτό?
μονοκοντυλιές πόνου
γυμνός στο σκοτάδι
ανύπαρκτες μνήμες

Απάντησε ο Εκείνος:
‘‘Συμφωνώ και διαφωνώ
για τις συνθήκες του πριν
και αυτές που θα αλλάξουν’’

‘‘Ποιες οι συνθήκες
και ποιος εσύ που αλλάζεις?’’

‘‘Αυτές οι μινιμαλιστικές 8εωρίες με
φέραν ως εδώ.
Κατάλαβέ το. Δεν είναι Απλό
το συναίσθημα, να το κρύβει μια λέξη.
Ανεπηρέαστο χρόνου.

Ποιος είμαι εγώ?

Πνεύμα ακατοίκητου βυθού
γυμνού, κενού
Δίχως μνήμες.
Που χαμογελά πρώτη φορά στη θέα
του πανέμορφου αρρωστημένου
ετούτου κόσμου.’’

Ευχή

την ώρα αυτή
που το λυκόφως, όλη την πλάση
σκληρά περιπαίζει

Τα ξεφτισμένα μας κουράγια
κατακερματίστηκαν εδώ και καιρό…
Πες μου
πρόσεξες ποτέ, μοναξιά που βαραίνει
έρωτος φτερά ;

Τα αγκαλιασμένα σερνόμενα
κορμιά μας
να μπορούσα να ράψω από άκρη σε άκρη

Ύστερα, απαλά να μας ανοίξω
και τα πνεύματα που μας γεμίζουν
να γίνουν
Μια και Μόνο Ψυχή

μακάρι, να μπορούσα.
Μακάρι.

Δευτέρα 15 Νοεμβρίου 2010

Επανάληψη

Εκτεταμένης ουλής
το στήθος
Ράμματα εβένινης κορδέλας
επίδεσμοι ανεπαίσ8ητης ηλιαχτίδας

Η επίτευξη χρονομετρώντας:
επούλωση

τα απαγορευμένα λόγια
μη ξεστομισμένα
παραπλανητικής μελωδίας
αφέλεια ακολουθείας

Δεν έπρεπε να γκρεμίσω τα τείχη
είναι αργά

ουρλιαχτά προσκεφάλων
υγρασία ματοκλάδων
ετούτη τη νύχτα
στερνής επανάληψης
πέρασε καιρός

διακοπή αναπνοής
τίναγμα στήθους
ουλή πια πληγή
απύθμενη τρύπα σκοταδιού

Έντρομη αντικρίζω

Στα χέρια μου, απομείνανε
σπασμένο φως,
ξεφτισμένες κορδέλες
και αίμα

Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου 2010

Ποτάμι

Γρασίδι θερμό
Υγρό
θόλος πρασίνου
απόκοσμο κελάηδημα

Ρεύμα
Στα άκρα ορμητικό
κρύο, παρασυρόμενο
και ίσως λίγο πειρακτικό

αγέρας σιγαλιάς
παράδοση ποταμού

έπειτα σιωπή
έπειτα γαλήνη

Σεπτέμβρης

ξυπόλυτη
βρύα και χόρτο
σωπαίνουν τα βήματα
φυλωσίες, κοφτές ανάσες
μικρά γελάκια σταγόνων

καλύπτουν το κορμί μου
στον ύμνο που υψώνει η φωνή μου
στην ισχυρή αμφιβολία της ψυχής μου


επανάληψη
ουρλιαχτά φυγής
κόσμου εσωσεστρεφής
σκοτείνιασμα της συλλογής

αδύνατοι έρωτες
απόστασης, ασφάλειας
διάστασης, προστασίας
σε μοίρα πρώτη και δεύτερη

κάψε τα νήματα
μην ξεχνάς
επιτεύγματα μοναξιάς
πάλη λησμονιάς
ατρόμητη στάσου

πνίξε, βύθισε
δάσος ικετεύω
στον ουρανό που σκεπάζει γκρίζο
την επερχόμενη μετάβαση επιθυμώ να γνωρίζω

πνίξε, βύθισε
κάψε τα νήματα
σπασμών μου, ανήμπορης αντίδρασης
για αδυναμία επανασύνδεσης
κάψε τα νήματα

όταν τα φύλλα με σκεπάσουν
ξύπνα με
ξύπνα με την ώρα της φυγής

Κυριακή 25 Ιουλίου 2010

Απόκρυφα

Ω ναι μίζεροι
εσείς, εσείς
Δακτυλοδεικτούμενοι
σας χρωστάω, ευγνωμοσύνη
για τις χαρακιές αλησμόνητου δερματός
παντός είδους
χρωστάω ευχαριστώ

τις παραπάνω μονοκοντυλιές
αληθινές μεν δε κάλπικες
το μοναδικό ίσως πλάσμα
που κοιμάται αφυπνίσατε

παραμερίζει βίαια
δεν νοιαζεται καθόλου
πληγώνει και τσακίζει
ίδιο και υπολοίπους
η παροδόχή στο θράσος του
ίσως και ένα μπράβο

όχι ως αξιολόγηση των πράξεων παραδοχή
μα παρά την θέλησή μας
Γνήσιο
Ανυπόκριτο

Αγνοεί
Αθώο, καλό
ουτοπικά τα τελευταία
ίσως και υποκριτικά

Έτσι...ναι...ολόκληρο
δεν του λείπουνε κομμάτια
στάζοντας την πίσσα που δημιουργήθηκε
και τα μάτια του...αίμα
απάνθρωπο, σκληρό
ω ναι...τόσο φονικό

αντικρίζει το κόσμο
ατρόμητο προχωρά
Ισχυρούς περιφρονεί
Υποκριτές χαίρεται
το ίδιο σκοτάδι που κρύβεται δημιουργήθηκε
Αδύναμους γελά
με ένα πάτημα δεν θα υπάρχουν πια
Νεκρούς χαμογελά
αυτούς που σκότωσε αναγνωρίζει
τα μάτια που ξερίζωσε απ΄τισ κογχες
τα στόματα που έραψε για να σωπάσει τις καυγές
να τους πνίξει η Απελπισία
το τρόμο τον ίδιο
Θάνατο Δημιουργό

Δεν υπάρχει λόγος μετάνιας, συγχώρεσης
αποδέχεται την υπαρξή του
μονάχο στην κοιλαδα ανύπαρκτων υπάρξεων
Φονιάς θαυμάζει τα θυματά του
και έτσι διεστραμένο
είναι ευχαριστημένο

Βωμός

στιλέτο και αίμα
στις ψυχές που θερίσαμε
χαράξαμε, σημαδέψαμε
δίχως ουδένα υπολογισαμε

στο παιδί μεσα
χώσε μαχαίρι
μην φύγεις
να πεθάνει
αθώο αίμα να χυθεί
θυσία στην ύπαρξη, απαιτεί
για την επιβίωσή μας
πρέπει να πεθάνει

στα χέρια μας, κρίμα
όχι δεν μετανιώσαμε
προσφέραμε ως αντίτιμα
Ορίστε αληθινά
τις φλέβες μας ξεσκίσαμε
(ή τουλάχιστον προσπαθήσαμε)
την ψυχή μας ακρωτηριάσαμε
χωρίς σ΄
ουδένα να χρωστάμε
ουδένα να λησμονήσουμε

Ως τα παλιά προσωπεία θρυματίστηκαν
και ως οι εχθροί τα σωθηκά της ξεσκίστηκαν
γλοιώδες και μαύρο
στερεό και σκληρό
στάζοντας και καίγοντας
στο πάτωμα γλιστρά
προσωποποιημένα
απελπισία και κακία

Το γαλάζιο ουρανό
το φως
Κρύψτε
Τα μάτια της πληγώνουν
Το δέρμα της καίνε

Αύριο η αισιοδοξία
περιμένουμε να γίνει αποδεκτή
εμπρός...σκοτάδι
τυλιξέ την
γιατί απόκαμε πια
να γνωρίζει το καινούργιο...

Τρίτη 11 Μαΐου 2010

Μετάβαση

το μολύβι μου τελειώνει

ενισχύοντας τη σκέψη

μοιρολατρικά για την παύση

της γραφής μου


ετούτη την ώρα που βραδιάζει

η σκοτεινιά πλημμυρίζει

απειλητικά το σπίτι

και οι τοίχοι πλησιάζουν

προκαλώντας μου φόβο


Ήρθε η ώρα να φύγω


Χάνεται το έδαφος

κάτω απ’ τα πόδια μου

και νιώθω επιτέλους ότι πετάω


Μα πώς να εγκαταλείψει κανείς

το απέραντο ετούτο μεγαλείο

του ουράνιου θόλου

Το απαλό χάδι ενός ανύπαρκτου

ακόμα και τώρα

που το λυκόφως αγκαλιάζει την πλάση?


Στις αναμνήσεις που δεν δημιουργήθηκαν

για να έρθουν

Στα δάκρυα που έχυσα

και κανείς δεν είδε

Στις μαχαιριές που δέχτηκε η καρδιά μου

και ακόμα χτυπά

Νομίζω πως ήρθε το τέλος

και μια καινούργια αρχή


Αντίο


Γιατί θέλω να μας θυμάμαι

να τραγουδάμε στη βροχή

Κυριακή 7 Μαρτίου 2010

Νανούρισμα

Αναρωτιέμαι
ηλιόλουστες ώρες
μουσικολογόντας πεζοδρόμια

Ηλιαχτίδων
χάδια και φιλιά
Δώρα ματόκλαδων

Επί κεφαλής
σκανδαλιές αγέρος
Με μεγάλη αγαλλίαση

προκλητικό ξεδίπλωμα
δεύτερου συν8ετικού
περί ανησυχίας
επαναλαμβάνω: πεζοδρομίου

Έλα απαλή μελωδία
να επιφέρεις τη λήθη
γλυκού υποστρώματος
την ώρα
της ελλιπούς κυριαρχίας συνειδήσεως
Να σωπάσουν οι αιώνιες φωνές!

Έλα σκοτάδι
να με απαλλάξεις
απ’ την φωτιά των ματιών μου

Έλα σιωπή
Έλα γαλήνη
να μου δώσεις
έστω μια γεύση
γεμάτης ψυχής

Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2010

Περί ποιήσεως

με την ίδια πένα στο χέρι
με το ίδιο καταραμένο
μισοτελειωμένο γραπτό
που πάντα με χλευάζει
για την μη ολοκλήρωση

νιώθω τους στίχους

τρυπώνουν στο πετσί μου
τυλίγονται στα μπράτσα μου
θρέφονται απ’ το αίμα μου

οι ίδιοι ανεκπλήρωτοι στίχοι
κοροϊδεύουν
‘τα σπουργίτια δεν θα γίνουν ποτέ αετοί
μην προσπαθείς’

και ενώ το αίμα μου ρέει
βάφει γράμματα, στίχους, στροφές
πορφυρά
το χέρι μου τρέμει
τα δάκρυα τρέχουν
η ψυχή μου σπαρταρά

χαμογελώ και κατανοώ
γιατί το μόνο που αγάπησα
ήταν η ποίηση

Παιχνίδι ισορροπίας

Λήθη, απομάκρυνση
συνήθεια, κούραση
σκελετοί που κροταλίζουν
όταν κοιμάμαι

Αγάλματα πεζοδρομίου
μοιράζουν μαύρες, κόκκινες κορδέλες
για το δρόμο
‘ Μην ξεχάσεις να τις δέσεις
δεν είναι ψίχουλα να φαγωθούν
βίδες να χαθούν
για να βρεις το δρόμο πίσω
Μην ξεχάσεις να τις δέσεις’

ανθρώπινων δακτύλων…άγγιγμα
εσωτερικής φωτιάς
φωνές φλόγας
συνεχίζουν να μάχονται
Η μια πληγώνει την άλλη
ελπίζοντας στην οριστική επίλυση
μα καμιά δεν πεθαίνει

όσο και αν προσπαθούν
καμιά δεν πεθαίνει

Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2010

Ήλιος

Γαλάζιο, χρυσό
λευκό, κυανό

επιπλέω με φως
και έπειτα
δροσιά κατάδυσης

η γαλήνη του παφλασμού
λευκές πέτρες
ο αφρός
το αλάτι, ο αέρας
μικρές μικρές σταγόνες
στο πρόσωπό μου

Ακτίνες…με χαϊδεύουν
με αγκαλιάζουν
αναβλύζει
ηρεμία, ενθουσιασμός, χαρά

περπατώντας εκεί
που η θάλασσα πνίγει την άμμο
Ριζώνω
αυτό που νιώθω
είναι μεγάλο, δυνατό
είμαι μόνο εγώ