Σάββατο 18 Απριλίου 2015

30/1/2015

Συνίθισα την μυρωδιά
απ τα σπίρτα,
Το φως απ τα κεριά
μέσα στο δωμάτιο.
Τις σταγόνες στο παράθυρο.
Το να μετράω πλακάκια στο δρόμο.
Τα χέρια μου να χαιδεύουνε τα κάγκελα.

Υψώνοντας τα μάτια μου σε ένα
μόνιμα γκρίζο ουρανό.

Και τώρα ξαφνικά
θεριεμένες θάλασσες και ωκεανοί,
αφρισμένα κύματα σε μαύρους βράχους.
Χρυσαφιά απέραντα λιβάδια
με στάχυα και ανεμώνες.
Τα τζιτζίκια το σούρουπο
και ματωμένα ηλιοβασιλέματα.
Το κάψιμο του θέρους σε
πλακόστρωτες αυλές
με μια νότα από καρπούζι.
Ξημερώματα με πάχνη.
Τα χέρια μου στους κορμούς των δέντρων.
Ήχοι από ρυάκια.
Η μυρωδιά απ τα βρύα.
Ο αέρας στα μαλλιά μου...

Αυτό μου θυμίζει
το εγώ και εσύ.

Το ήλιο στο πρόσωπό μου
και γάργαρα
ανόθευτα
χαμόγελα.

Τσιγάρο για το δρόμο

Οι καρέκλες ξύλινες
με ψάθινα καθίσματα.
Τσίγκινα, βαμμένα μαύρα
τραπεζάκια.Στρόγγυλα.
Μια κανάτα κρασί.
Μικρές κούπες.

Γιατί δεν φτάνουν τα λεφτά μας
για κάτι άλλο, καλέ μου.

Και όλο στρίβω.
Στρίβω τον καπνό.
Το χαρτάκι πάνω κάτω.
Πάνω κάτω.
Τα δάχτυλά μου κίτρινα απ την νικοτίνη.
Σάλιο και φιλτράκι.

Αναπτήρα κανείς;

Και εσύ μου κράταγες το χέρι
που και που.
Με κοίταγες στα μάτια.
Με αυτά τα υπέροχα πράσινα μάτια.

Προσπαθούσα να χαμογελώ, συγκρατημένα.
Με κρυφές ματιές και κοκκίνισμα στα μάγουλα.
Κοφτές ανάσες.
Όσο μου κρατούσες το χέρι.

Γιατί βλέπεις, οι πικρίες αμέτρητες
και τα αντίο ακόμα πιο πολλά.
Δίχως εξηγήσεις. Για να μην μιλήσω
για δάκρυα.

Για να σκληρύνω.

Έτσι δεν σε κοιτάω πολύ.
Τα λόγια μου λίγα
Και στρίβω τον καπνό.
Στρίβω, στρίβω...
Για να έχω ένα τσιγάρο
για το νομοτελειακό
αντίο.

Για να έχω ένα τσιγάρο
για το δρόμο.

Αγρίνιο

Το σπρέι δεν έχει
στεγνώσει ακόμα.
Μαύρες σταγόνες τρέχουν
σε γκρίζες πολυκατοικίες.

Σωροί από τσιγάρα
στις γωνίες.
Μισοτελειωμένες μπύρες.
Απόηχοι απο τσαμπουκάδες
και μπάφους.

Η εικόνα σου κάθε μέρα.
Ξανά και ξανά και ξανά.

Ίδιοι άνθρωποι.
Ίδιες κουβέντες.
Ίδιες μαλακίες.
Το ίδιο ερώτημα:
Ποιός θα κεράσει;

Μα από εδώ πάνω
φαντάζεις αλλιώτικη.

Εδώ που οι ευκάλυπτοι
και τα πεύκα αλλάζουν την μυρωδιά σου.
Που η ομίχλη σκεπάζει
το γκρίζο
και ακούγονται μόνο αηδόνια.

Αυτά τα πρωινά σ'αγαπάω
που όλοι κοιμούνται
και όλα φαίνονται καινούργια.

Σου άφησα ένα κλαράκι έλατο
στο αγαπημενο μου παγκάκι.
Για να με θυμάσαι.

Γιατί,ξέρεις,
εύχομαι, ποτέ μου
να μην γυρίσω.

Τετάρτη 1 Απριλίου 2015

Λιβαδι

Ακόμα ακούω το θρόισμα των φύλλων
το απαλό βουητό
τα κύμματα στο χορτάρι.
Έτσι όπως ανασηκώθηκα

Το χώμα ακόμα σκούρο,
νοτισμένο,
υγρό.
Κάτω απ τα δάχτυλά μου.
Οι δροσοσταλίδες στα στάχυα,
ασημένιες.

Εδώ ήθελα να σε φέρω.

Εδώ που το δάσος μας κυκλώνει
και οι χωματόδρομοι λαμπυρίζουν στις αχτίδες,
Που οι ρόδες του ποδηλάτου τρίζουν στα χαλίκια
και ο αέρας μυρίζει έλατο.
Που τα χέρια μου μου είναι γεμάτα βατόμουρα
και τα μάτια σου μονίμως πράσινα.
Που τα ρυάκια κυλάνε αφρίζοντας
και η αποβάθρα στέκεται πάντα μονάχη.
Εδώ που τα ξυπόλυτα πόδια μας γνωρίζουν την γη.

Τότε θα στολίσω, πάλι,
με λουλούδια τα μαλλιά μου
και θα μπορώ να σου τραγουδάω, πια,

χωρίς να κοκιννίζω.