το μολύβι μου τελειώνει
ενισχύοντας τη σκέψη
μοιρολατρικά για την παύση
της γραφής μου
ετούτη την ώρα που βραδιάζει
η σκοτεινιά πλημμυρίζει
απειλητικά το σπίτι
και οι τοίχοι πλησιάζουν
προκαλώντας μου φόβο
Ήρθε η ώρα να φύγω
Χάνεται το έδαφος
κάτω απ’ τα πόδια μου
και νιώθω επιτέλους ότι πετάω
Μα πώς να εγκαταλείψει κανείς
το απέραντο ετούτο μεγαλείο
του ουράνιου θόλου
Το απαλό χάδι ενός ανύπαρκτου
ακόμα και τώρα
που το λυκόφως αγκαλιάζει την πλάση?
Στις αναμνήσεις που δεν δημιουργήθηκαν
για να έρθουν
Στα δάκρυα που έχυσα
και κανείς δεν είδε
Στις μαχαιριές που δέχτηκε η καρδιά μου
και ακόμα χτυπά
Νομίζω πως ήρθε το τέλος
και μια καινούργια αρχή
Αντίο
Γιατί θέλω να μας θυμάμαι
να τραγουδάμε στη βροχή