Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2013

24 Ιουλίου

Το ένα πόδι μετά το άλλο.
Το κεφάλι σκυφτό.
Έτσι συνήθισα να περπατώ,
τώρα που δεν είσαι εδώ.

Σκοτεινιάζει νωρίς
τώρα τελευταία.

Ανατρίχιασα.

Έκλεισα τα μάτια.
Ήξερες πόσο με τρομάζει το σκοτάδι.

Δεν το λέω σε κανέναν.
Τώρα που δεν είσαι εδώ.
Όχι, δε το λέω σε κανένα.

Το ένα πόδι μετά το άλλο.

Μούδιασα.
Νιώθω μόνο ότι επιπλέω.

Δεν έχει φως εδώ.
Φοβάμαι.
Αλλά δε το λέω σε κανένα.

Μα πες μου, πως να το πω;
Πως να παραδεχτώ
ότι με έσπασες σε χίλια κομμάτια;
πως λύγισες τα κόκαλά μου;
πως κουρέλιασες το δέρμα μου;
Πως να παραδεχτώ
το κατακερματισμένο μου σώμα;
το τρέμουλο που έγινε συνήθεια;
που κουλουριάζομαι στις γωνίες;
που δεν έχω πια ανάσες;
που θόλωσαν τα μάτια μου και δεν βλέπω όνειρα;

Πες μου πως να το πω;

Έτσι συνήθισα να περπατώ.
Ο ήλιος χάθηκε. Σκοτεινιάζει νωρίς.
Κάνω πως δε φοβάμαι.

Εσύ ήξερες κάποτε.
Αλλά πες μου, πως να το πω;

Έτσι, δεν το λέω σε κανένα.

Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013

Η σακάτισσα

Μακάρι να μπορούσα να ανοίξω το
στόμα μου.
Μακάρι να μπορούσα να σου μιλήσω.
Μακάρι να σε κοίταζα στα μάτια
πιο συχνά.

Κι όμως, κινούμαι στην αφάνεια.
Γιατί δεν μου αρέσει να
με κοιτάει η Μάζα.

Βλέπεις το σώμα μου φέρει
σημάδια. Και κουτσαίνω.
Νομίζω σου είπα κάποτε...

Μακάρι να ήξερες πως
τα χαμόγελα που μοιράζω
είναι ακριβά.
Δεν ήμουν πάντα έτσι.

Αλλά βλέπεις οι μέρες τώρα είναι περίεργες.

Μακάρι να μπορούσα να σου πω
πως σιχάθηκα τον κόσμο.
Και κάθομαι μονάχη μου, γιατί,
κουράστηκα τόσο πολύ.

Αλλά βλέπεις οι μέρες είναι περίεργες,
και όλα πονάνε τώρα τελευταία.

Μακάρι να με κοίταζες πιο συχνά.
Γιατί νομίζω έχουμε τον ίδιο φόβο.
Γιατί και εσύ μόνος σου κάθεσαι,
καπνίζεις...

Αλλά εγώ είμαι κουρασμένη
και πονάω. Δεν μπορώ να φτάσω μέχρι εκεί.
Λέω να πάω σπίτι.

Απλά να ξέρεις,
έχεις πολύ όμορφα μάτια.