Παρασκευή 23 Αυγούστου 2013

Φαρμάκι

Η ώρα πέντε το πρωί
οι δρόμοι μουντοί
Βαρύθυμοι.
Ζαλίζομαι.

Ξέρεις πίνω πολύ τελευταία.
Τώρα που δεν είσαι εδώ
και το στομάχι μου χάλια.

Φοβάμαι.
Φοβάμαι, θα με δεις και θα
έχω αλλάξει.
Γιατί κρίνεις.
Συνέχεια κρίνεις.

Δε στο 'πα ποτέ.
Δε σου 'πα πολλά.
Φοβόμουν βλέπεις.

Και τώρα πίνω
και τρεκλίζω.
Γιατί ήσουν η μπύρα μου
το τσιγάρο μου.
Όλη η απόλαυσή μου.

Και τώρα που έφτασα
σε εκείνο το μεγάλο δρόμο
σχεδόν στο σπίτι.

Πικρογέλασα.
Γιατί νόμιζα είχα εξηγήσεις
για τα πάντα.

Κι όμως
για ένα γαμημένο
περίεργο λόγο
γονάτισα στο δρόμο
και ούρλιαξα
"ΜΟΥ ΛΕΙΠΕΙΣ"

και εγώ που έλεγα πως δεν θα ξαναγυρίσω.

Πέμπτη 1 Αυγούστου 2013

Το κοχύλι

Θυμάμαι γνωριστήκαμε
και ήμασταν και τα δυο μας τόσο μικρά.

Εσύ με τα μαύρα σου μαλλιά.
Τα λαμπερά σου ματάκια.
Εγώ με το άσπρο δέρμα.
Να κρέμομαι με τα πόδια απ' τα κλαδιά.

Είχα μαζέψει δυο κοχύλια.
Άσπρα με μπλε κηλίδες.
Το ένα δικό σου. Το άλλο δικό μου.
Γιατί ήμασταν φίλοι.

Τρέχαμε, γελάγαμε,
χοροπηδάγαμε στα σκαλοπάτια.

Γιατί όλος ο κόσμος απλά
αντηχούσε τραγούδια .
Τον φωτίζανε χρώματα αλλόκοτα.

Κρατάγαμε τα κοχύλια στις τσέπες μας.
Και ξέρω πως ήμασταν χαρούμενοι.

Θυμάμαι, τρέχαμε σ' ένα λιβάδι.
Εσύ σταμάτησες. Γύρισες στον δρόμο.
Με κοίταξες. Σιωπή.

Έβγαλες το κοχύλι απ' την τσέπη.
Το πέταξες κάτω
και έφυγες.

Δίχως εξηγήσεις.

Πήγα να μαζέψω το κοχύλι
Είχε σπάσει στα δυο.

Και ορκίζομαι την ίδια στιγμή όλα
σιώπησαν.
Όλα τα χρώματα χάθηκαν.
Και όλα ξανάγιναν μουντά.

Αποχωρισμοί

Θυμάμαι πως έβλεπα τα χείλη σου
κι όμως δεν άκουγα λέξη
Θυμάμαι να κοιτάω το πρόσωπό σου
μα δεν θυμάμαι τα μάτια σου.
Μόνο μια θολή φιγούρα.

Τελικά αυτό έμεινε
Μια θολή φιγούρα.
Και εγώ μούδιασα.

Θυμάμαι, βγήκα απ' το αυτοκίνητο
Με κοιτούσες που έφευγα.
Περίμενες μέχρι να χαθώ
και εγώ μου ψιθύριζα :
"Προχώρα, προχώρα!"

Θυμάμαι το κλειδί στην πόρτα.
Θυμάμαι τα πόδια μου ξυπόλυτα.
Τα κουδουνάκια μου κατρακύλησαν στις σκάλες.

Θυμάμαι το ξύλινο πάτωμα
πάνω στο μάγουλό μου.
Θυμάμαι πως τα δάκρυά μου αρχίσαν να κυλάνε.

Θυμάμαι που είπα:
"Καλό μου, ελπίζω να μην νιώσεις ποτέ
τέτοιο πόνο."

Και μετά όλα σκοτείνιασαν.